Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

Ο Γιώργος Σεφέρης, ο Μίκης Θεοδωράκης και μια άνω τελεία:

Με τον Γιώργο Σεφέρη ο Μίκης Θεοδωράκης συναντήθηκε το 1960 στο Covent Garden, σε μια πρόβα της ορχήστρας για την «Αντιγόνη» (μπαλέτο). Ο πρώτος υπηρετούσε ως πρέσβης στο Λονδίνο. Εκεί στο μέγαρο της πρεσβείας, όπου ήπιαν το τσάι τους, ζήτησε από τον συνθέτη «να φτιάξουν ένα μπαλέτο σε ιδέες δικές του».
Εκείνος δεν το απέκλεισε, του ζήτησε όμως και κάποια ποιήματα. Επιστρέφοντας στο Παρίσι, στο μικρό διαμέρισμα όπου είχαν προστεθεί πια και δύο μωρά, η Μυρτώ άκουγε επί μέρες το «Περιγιάλι», την «Αρνηση», το «Κράτησα τη ζωή μου» κ. ά. Είχε συνηθίσει. Οταν ο Μίκης τελείωνε ένα τραγούδι που του άρεσε πολύ, το έπαιζε επί δύο βδομάδες συνεχώς, αφού: «Hξερα ότι μετά την κυκλοφορία του δίσκου δεν θα ήταν πια δικό μου».
Λίγο καιρό μετά, ο ποιητής και η σύζυγός του Μαρώ τον περίμεναν για δείπνο και για να δουν τα αποτελέσματα. Μαζί του πήρε καλού κακού την έκδοση του «Επιταφίου» που είχε κάνει ο Χατζιδάκις με τη Μούσχουρη: «Γιατί φοβόμουν ότι η λαϊκή εκτέλεση με τον Μπιθικώτση ίσως να τρύπαγε τα αυτιά του…».
Στο τραπέζι, η κυρία Σεφέρη είχε ανάψει καντηλέρια. Μόνο η σκιά του πιάνου φαινόταν ανησυχητική «γιατί το μυαλό μου δεν μπορούσε να ξεκολλήσει από το ερώτημα: άραγες θα του αρέσουν;».
Ο Σεφέρης: «Πάντα μετρημένος και βαρύς. Ομως, στα μάτια του είδα τη λάμψη του δημιουργού που χαιρόταν για τη νέα μορφή που έπαιρνε ξαφνικά η ποίησή του».
Ενα έμενε μόνο να προσέξει ο συνθέτης. «Την άνω τελεία! Την άνω τελεία! Αλλιώτικα, μου αντιστρέφεις το νόημα», ήταν η προτροπή – παράκληση του ποιητή για τον στίχο «Πήραμε τη ζωή μας». «Βάλε παύση πριν πεις “λάθος”». Στην πράξη, βέβαια, αποδείχθηκε ανέφικτο.

από το άρθρο της Γιώτας Σύκκα “Ο ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ”
εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 30/1/2011

Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι·
μα το νερό γλυφό.

Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της·
ωραία που φύσηξεν ο μπάτης
και σβύστηκε η γραφή.

Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ “ΑΡΝΗΣΗ”

Ο Μίκης Θεοδωράκης διηγείται για την ηχογράφηση του τραγουδιού:

Ηθελα τα «Επιφάνια» -ακριβώς γιατί ο στίχος ήταν τόσο διανοουμενίστικος- να τα περάσω σε όσο το δυνατόν πιο πλατύ κοινό με λαϊκό μουσικό ένδυμα. Άλλωστε αυτή ήταν η πρώτη φορά που ελεύθερος στίχος φιλοδοξούσε να γίνει απλό λαϊκό τραγούδι. Να συντροφεύει δηλαδή τον κοσμάκη παντού. Στο γιαπί, στην ταβέρνα, στην εκδρομή, στην παρέα. Όταν ηχογραφούσαμε, λέω στον Μπιθικώτση «πρόσεξε την άνω τελεία. Εκεί που λες πήραμε τη ζωή μας, βάλε παύση πριν πεις λάθος». Στα αυτιά μου είχα την προτροπή – παράκληση του ποιητή: «Την άνω τελεία! Την άνω τελεία! Αλλιώτικα μου αντιστρέφεις το νόημα». Τελικά όμως αυτό αποδείχθηκε ανεφάρμοστο στην πράξη, με αποτέλεσμα να ακουστεί η λέξη «λάθος» κολλητά στο «πήραμε τη ζωή μας», δίνοντας αντίθετο νόημα στο ποίημα. Όμως πόσο κατανοητό ήταν για το λαό, που ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχε πάρει τη ζωή του λάθος…

ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου