Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012

Νεκροταφεία χώρας Πύδνας.




Δημοσιεύουμε την  ανακοίνωση των Μάνθου Μπέσιου και Αθηνάς Αθανασιάδου με θέμα: τα νεκροταφεία της Πύδνας, που έγινε την Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012, στο 25ο συνέδριο,στην αίθουσα Τελετών του π. κτιρίου Φιλοσοφικής Σχολής.
Αρχαιολόγοι από τις Εφορείες, το Πανεπιστήμιο και τις ξένες αρχαιολογικές αποστολές προσφέρουν και μοιράζονται τη χαρά της νέας γνώσης. Μια γνώση που κοινοποιείται, μάλιστα, άμεσα στη διεθνή επιστημονική κοινότητα μέσω των Πρακτικών που εκδίδονται ανελλιπώς κάθε χρόνο.
Ερυθρόμορφος  κρατήρας  από  τα  Αλώνια Πιερίας



ΜΠΕΣΙΟΣ  ΜΑΤΘΑΙΟΣ – ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ  ΑΘΗΝΑ
ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΑ  ΧΩΡΑΣ  ΠΥΔΝΑΣ

Η  γνωστή  οικονομική  συγκυρία  τα  τελευταία  χρόνια  επέβαλε  μικρής  έκτασης  ανασκαφικές  έρευνες  στον  αρχαιολογικό  χώρο  της  Πύδνας  και  της  ευρύτερης  περιοχής  της. Να  σημειωθεί  ότι  στις  περισσότερες  περιπτώσεις  η  χρηματοδότηση  τους  δεν  καλύφθηκε  από  τις  πιστώσεις  του  ΥΠ.ΠΟ.Τ.
Η  επιμονή  της  διαχρονικής  χρήσης  των  αρχαίων  δρόμων  είναι  γνωστή  στην  έρευνα. Για  την  βόρεια  Πιερία  το  ανάγλυφο  του  εδάφους  αποτελεί  έναν  επιπλέον  παράγοντα  γι’ αυτή  την  επιμονή. Έτσι, δεν  αποτελεί  έκπληξη  ότι  σ’ όλες  τις  ανασκαφές  που  θα  αναφερθούμε  στη  συνέχεια  οι  σύγχρονοι  δρόμοι, αν  δεν  ταυτίζονται  με  τους  αρχαίους, βρίσκονται  σε  πολύ  μικρή  απόσταση  από  αυτούς. Οι  ταφικές  συστάδες  είναι  επίσης  γνωστή  πρακτική  της  αρχαιότητας  να  αναπτύσσονται  κατά  μήκος  των  αρχαίων  οδών.
Οι  ανασκαφές  όμως  στην  περιοχή  της  Πύδνας  έδειξαν  ότι  και  η  εκτός  των  τειχών  κατοίκηση  προτιμούσε  να  αναπτύσσεται  παράλληλα  με  τους  οδικούς  άξονες.
Στη  διαφάνεια  με  τη  δορυφορική  λήψη  της  βόρειας  Πιερίας  σημειώνεται  κατά  προσέγγιση  η  πορεία  διαφόρων  γνωστών  δρόμων  της  με  βάση  υπολείμματα  αρχαίων  δρόμων  που  εντοπίσθηκαν  κατά  τις  ανασκαφές  ή  διασώζουν  ακόμη  το  όρυγμα  τους. Το  τελευταίο  συμβαίνει  κυρίως  σε  θέσεις  που  δεν  είχε  προχωρήσει  η  εκχέρσωση  των  δασών.
Πριν  αρχίσουμε  την  αναφορά  μας  στις  ανασκαφές  πρέπει  για  μια  ακόμα  φορά  να  αναφερθούμε  στον  παράγοντα  της  διάβρωσης  των  αρχαιολογικών  επιχώσεων  που  στη  βόρεια  Πιερία  είναι  ιδιαίτερα  έντονες, λόγω  της  γεωλογικής  σύστασης  των  λόφων  της  (άμμος, πηλός, αμμοπηλοί). Η  έλλειψη  κοιτασμάτων  λίθου  επίσης  επέβαλε  τη  χρήση  φθαρτών  δομικών  υλικών. Αυτό  είχε  σαν  αποτέλεσμα  να  είναι  αδύνατο  να  διατηρηθούν  οι  υπέργειες  κατασκευές.
Συνήθως  διατηρούνται  τα  ορύγματα: ορύγματα  των  δρόμων, πιθεώνες  ή  αποθηκευτικοί  λάκκοι  και  κυρίως  οι  τάφοι. Και  επειδή  συνήθως  οι  αρχαίοι  οδοί  αναπτύσσονται  στις  κορυφογραμμές  των  λόφων  της  Πιερίας  από  τους  τάφους  διασώζονται  οι  βαθύτεροι. Αυτό  δικαιολογεί  και  τη  σπανιότητα  εντοπισμού  τάφων  της  νεολιθικής  και  της  πρώιμης  εποχής  του  Χαλκού.
Χαρακτηριστική  περίπτωση  αποτελούν  λίγοι  ακτέριστοι  τάφοι  με  ταφές  σε  έντονα  συνεσταλμένη  στάση  που  διασώθηκαν  στο  δυτικό  τμήμα  του  Κόμβου  Μακρυγιάλου  του  αυτοκινητόδρομου  ΠΑΘΕ  (2010). Οι  περισσότερες  ήταν  αποσπασματικές  με  έντονα  τα  ίχνη  της  διατάραξης  από  την  άροση  και  πρέπει  να  σημειωθεί  ότι  εντοπίστηκαν  στο  κατώτερο  τμήμα  της  πλαγιάς  του  λόφου, όπου  η  διάβρωση  πάντα  είναι  μικρότερη.
Στο  αγροτεμάχιο  αριθμός  277  του  αγροκτήματος  Μακρυγιάλου  σε  ανασκαφή  που  άρχισε  το  2011  και  δεν  έχει  ακόμα  ολοκληρωθεί  εντοπίστηκε  το  κατώτερο  τμήμα  αρχαίου  δρόμου  με  ίχνη  κατοίκησης  και  από  τις  δύο  πλευρές  του. Διασώζονται  κυκλικοί  αποθηκευτικοί  λάκκοι  και  υπολείμματα  πιθεώνων.
Ο  λάκκος  1  είχε  διάμετρο  3,80μ  και  σωζόμενο  βάθος  2,00μ. Έδωσε  μεγάλη  ποσότητα  ντόπιας  και  εισηγμένης  κεραμικής, που  μας  επιτρέπει  να  αποδώσουμε  το  τέλος  της  κατοίκησης  στην  πολιορκία  της  Πύδνας  από  τον  Αρχέλαο  στα  τέλη  του  5ου  αι  π. Χ.
Βόρεια  και  νότια  του  αρχαίου  δρόμου  εντοπίστηκαν  και  τάφοι  που  στην  πλειονότητα  τους  χρονολογούνται  στον  2ο  αι  π. Χ.
Είναι  χαρακτηριστική  η  περίπτωση  του  τάφου  15. Αμέσως  μετά την  αφαίρεση  με  μηχανικό  εκσκαφέα  του  διαταραγμένου  από  την  άροση  επιφανειακού  στρώματος  εμφανίσθηκαν  τα  κτερίσματα  της  ταφής. Τα  πήλινα  αγγεία  της  ανασκαφής  ακόμα  δεν  έχουν  συντηρηθεί. Μπορούμε  μόνο  να  δούμε  τα  περίτεχνα  χρυσά  ενώτια.
Είχαμε  κυρίως  λακκοειδείς  τάφους  και  ένα  με  λίθινο  λουτήρα  με  ανδρική  καύση. Και  εδώ  μπορούμε  μόνο  να  δούμε  τα  χρυσά  ελάσματα  που  κοσμούσαν  την  ενδυμασία  του.
Δυτικότερα, στην  ίδια  κορυφογραμμή, σε  δοκιμαστικές  τομές  στο  αγροτεμάχιο  αριθμός  287  του  αγροκτήματος  Μακρυγιάλου  ερευνήθηκε  ένας  κυκλικός  αποθηκευτικός  λάκκος  (υπόγειο)  που  η  εγκατάλειψη  του  συσχετίζεται  πάλι  με  την  πολιορκία  του  Αρχελάου, καθώς  και  ένας  κιβωτιόσχημος  τάφος  με  παιδική  ταφή, που  χρονολογείται  στο  τελευταίο  τέταρτο  του  4ου  αι  π. Χ.
Το  κρανίο, που βρισκόταν  στα  δυτικά, μας  επιτρέπει  να  το  αποδώσουμε  σε  αγοράκι. Έφερε  χρυσό  διάδημα  με  έκτυπη  φυτική  διακόσμηση. Άλλα  τρία  παρόμοια  βρέθηκαν  στο  νότιο  νεκροταφείο  της  Πύδνας  στο  αγροτεμάχιο  Κ. Χρυσοχοΐδη. Και  εκεί  οι  ταφές  με  το  κρανίο  στα  δυτικά  αποδίδονται  σε  νεαρά  άρρενα  άτομα. Βρέθηκαν  επίσης  ένα  πήλινο  σκυφίδιο  και  τέσσερα  πήλινα  ειδώλια.
Ο  αρχαίος  δρόμος  που  διέρχονταν  από  τα  αγροτεμάχια  277  και  287  ξεκινούσε  από  την  Πύδνα  και  διερχόμενος  από  την  οχυρή  θέση  του  Προφήτη  Ηλία  Σφενδάμης  οδηγούσε  στο  εσωτερικό  της  βόρειας  Πιερίας. Αμέσως  βορειοδυτικά  του  Προφήτη  Ηλία  συναντούσε  έναν  άλλο  βασικό  οδικό  άξονα  που  ξεκινούσε  από  την  αρχαία  Μεθώνη. Ο  εν  λόγω  δρόμος  έφθανε  στον  αυχένα  των  Ρυακίων. Από  εκεί  διακλαδίζονταν  και  ένας  κλάδος  του  κατευθύνονταν  στην  περιοχή  της  πεδινής  Ημαθίας  και  ο  άλλος  συνέχιζε  δυτικά  και  δια  μέσου  των  Πιερίων  κατευθύνονταν  στην  Άνω  Μακεδονία.
Στην  πορεία  του  εν  λόγω  δρόμου  η  Εφορεία  μας  πραγματοποίησε  το  2009  δύο  μικρής  έκτασης  ανασκαφές  μετά  από  υπόδειξη  του  κ. Δημ. Ποιμενίδη, κατοίκου  Σφενδάμης. Τα  αρχαία  εμφανίστηκαν  κατά  την  καθιερωμένη  συντήρηση  του  αγροτικού  δικτύου  με  μηχανικό  εκσκαφέα  μετά  τη  χειμερινή  περίοδο.
Στη  θέση  νούμερο  3  ερευνήθηκαν  τρεις  μικρές  θήκες  με  σχιστόπλακες  από  τον  κογχυλιάτη  λίθο  της  περιοχής  της  Σφενδάμης. Μέσα  στο  μικρό  θάλαμο  τους  βρέθηκαν  τα  καμένα  οστά  των  νεκρών. Από  τις  διαταραγμένες  «πυρές»  που  είχαν  ριχθεί  έξω  από  τις  καλυπτήριες  πλάκες  είχαμε  λίγα  πήλινα  αγγεία, που  μας  επιτρέπουν  να  χρονολογήσουμε  τη  συστάδα  το  αργότερο  στο  β΄ τέταρτο  του  3ου  αι  π. Χ.
Από  το  διπλανό  αγροτεμάχιο  παραδόθηκε  επιτύμβια  στήλη  από  λίθο  Σφενδάμης  με  την  επιγραφή  ΑΙΡΟΠΟΣ  ΑΝΔΡΙΣΚΟΥ  ΕΜΠΟΛΕΜΩΙ  ΑΠΕΘΑΝΑ. Είναι  σίγουρο  λοιπόν  ότι  η  συστάδα  ανήκει  σε  νεκρούς  κάποιας  μάχης  στο  στρατηγικό  αυτό  σημείο  της  χώρας  της  Πύδνας. Και  από  τα  γνωστά  ιστορικά  γεγονότα  μπορούμε  καταρχήν  να  σκεφθούμε  τη  λεηλασία  της  μακεδονικής  υπαίθρου  από  τους  Γαλάτες  του  Βρέννου.
Στο  αμέσως  προς  βορράν  αγροτεμάχιο  επιφανειακά  ευρήματα  υποδεικνύουν  την  ύπαρξη  εδώ  κάποιας  κώμης. Σε  μικρή  απόσταση  μάλιστα  από  τη  συστάδα  εντοπίσθηκε  πιθάρι, μαζί  με  κεραμίδες  στέγης  από  κατοίκηση  του  2ου  αι  π. Χ.
Στη  θέση  νούμερο  4  του  ίδιου  αρχαίου  δρόμου  ερευνήθηκαν  και  δύο  τάφοι  ρωμαϊκής  εποχής, που  τμήματα  τους  είχαν  κοπεί  από  το  σκαπτικό  μηχάνημα.
Πρόκειται  για  κιβωτιόσχημο  τάφο  με  ενταφιασμό  καθώς  και  μία  καύση  μέσα  σε  ορθογώνιο  όρυγμα.
Στην  περσινή  συνάντηση  αναφερθήκαμε  σε  ανασκαφή  συστάδας  πλούσιων  τάφων  στον  Κούκκο  Πιερίας, δίπλα  στον  αρχαίο  δρόμο  που  ξεκινούσε  από  τους  τύμβους  Κορινού  και  οδηγούσε  και  αυτός  στο  εσωτερικό  της  βόρειας  Πιερίας  συναντώντας  τον  προηγούμενο  δρόμο  αμέσως  ανατολικά  της  Παλιόστανης.
Τον  ίδιο  δρόμο  συναντούσε  δυτικά  από  τον  σύγχρονο  οικισμό  της  Σεβαστής  ο  ανάλογος  δρόμος  που  ξεκινούσε  από  τον  οικισμό  των  «Λουλουδιών»  Κίτρους.
Μικρό  τμήμα  του  εντοπίστηκε  στο  αγροτεμάχιο  703  του  αγροκτήματος  Κίτρους  το  2009  (νούμερο  5)  με  αφορμή  την  εγκατάσταση  κεραίας  κινητής  τηλεφωνίας. Αμέσως  νότια  του  ερευνήθηκαν  σε  μικρό  βάθος  έξι  λακκοειδείς  τάφοι  ρωμαϊκής  εποχής.
Τα  πιο  πλούσια  ευρήματα  έδωσε  μια  συστάδα  λακκοειδών  τάφων  που  ερευνήθηκαν  μέσα  στον  οικισμό  των  Αλωνίων  (νούμερο  6). Τον  Σεπτέμβριο  του  2007  ο  κ. Χαράλαμπος  Γερακόπουλος, κάτοικος  Σφενδάμης  και  χειριστής  σκαπτικού  μηχανήματος, ειδοποίησε  την  Εφορεία  μας  ότι  σκάβοντας  για  βόθρο  έβγαλε  κομμάτια  από  πήλινο  αγγείο. Η  αυτοψία  έδειξε  ότι  επρόκειτο  για  όστρακα  ερυθρόμορφου  κρατήρα, που  προέρχονταν  από  λακκοειδή  τάφο.
Η  έρευνα  που  ακολούθησε  στο  οικόπεδο  αριθμός  187  του  Ο. Τ. 79  στον  οικισμό  των  Αλωνίων, ιδιοκτησίας  κ. Κυριάκου  Κεμενεντζή,  αποκάλυψε  τέσσερις  λακκοειδείς  τάφους  που  ανήκουν  σε  εύπορη  οικογένεια, πιθανόν  από  την  κώμη  που  υπολείμματα  της  διακρίνονται  στα  πρανή  του  επαρχιακού  δρόμου  αμέσως  νότια  του  σύγχρονου  οικισμού. Η  συστάδα  αναπτύσσονταν  αμέσως  ανατολικά  αρχαίου  δρόμου.
Οι  δύο  τάφοι  στα  νότια, οι  τάφοι  Τ. 1  και  Τ. 3, είχαν  μικρότερα  σκάμματα  και  αποδίδονται  σε  γυναικείες  ταφές. Οι  αμέσως  βόρεια  τους  τάφοι  Τ. 2  και  Τ. 4  με  μια  σειρά  αναβαθμών  είχαν  ιδιαίτερα  μνημειακές  διαστάσεις  και  αποδίδονται  με  βάση  τα  ευρήματα  σε  ανδρικές  ταφές.
Αν  και  συλημένοι  οι  περισσότεροι  από  τους  αρχαίους  τυμβωρύχους, έδωσαν  ενδιαφέροντα  ευρήματα. Το  σημαντικότερο  όμως  είναι  ότι  χρονολογούνται  από  τα  τέλη  του  5ου  αι  π. Χ.  μέχρι  τις  αρχές  του  β΄ τέταρτου  του  4ου  αι  π. Χ., την  εποχή  δηλαδή  που  έχουμε  ένα  μεγάλο  κενό  στα  νεκροταφεία  της  Πύδνας  λόγω  της  γνωστής  μετοικησίας  των  Πυδναίων  από  τον  Αρχέλαο. Η  συστάδα, επομένως, των  Αλωνίων  μπορεί  να  αποτελέσει  τον  συνδετικό  κρίκο  ανάμεσα  στους  μνημειακούς  τάφους  του  5ου  αι  π. Χ.  από  τα  νεκροταφεία  της  Πύδνας  και  των  «Λουλουδιών»  Κίτρους  με  τους  ανάλογους  που  εμφανίζονται  στη  βόρεια  Πιερία  μετά  την  κατάκτηση  της  Πύδνας  από  τον  Φίλιππο  Β΄ το  358π. Χ.
Μπορούμε  να  δούμε  σύντομα  τα  ευρήματα  των  τάφων. Ο  τάφος  1  ήταν  ο  μόνος  αδιατάρακτος, αλλά  κόπηκε  στο  δυτικό  τμήμα  του  από  το  σκαπτικό  μηχάνημα. Ο  κρατήρας  έφερε  στην  κύρια  όψη  μια  καθιστή  γενειοφόρο  μορφή  ανάμεσα  σε  δύο  όρθιες  μορφές  νέων  και  μια  γυναικεία  μορφή  που  κρατάει  στο  δεξί  χέρι  οινοχόη  και  στο  αριστερό  δύο  ανοιχτά  αγγεία. Η  φαρέτρα  με  το  τόξο  επάνω  από  την  κεντρική  μορφή  μας  επιτρέπει  να  το  συσχετίσουμε  με  τον  Οδυσσέα  και  τη  μνηστηροφονία. Στην  πίσω  όψη  απεικονίζεται  Σάτυρος  που  παίζει  τον  διπλό  αυλό  ανάμεσα  σε  δύο  Μαινάδες  με  θύρσους.
Στον  ίδιο  τάφο  βρέθηκαν  ακόμα  μια  κύλικα-σκύφος  με  εμπίεστη  διακόσμηση, ένα  κυάθιο, ένα  σκυφίδιο  και  τρία  αρυβαλλοειδή  ερυθρόμορφα  ληκύθια.
Από  την  επίχωση  του  τάφου  3  περισυλλέχθηκαν  όστρακα  από  διάφορα  αγγεία  που  έχουν  κάποια  χρονολογική  διαφορά. Μπορεί  ίσως  να  αποδοθούν  σε  διαδοχικές  ταφές: είχαμε  λευκή  λήκυθο, ληκύθιο  «Κέρτς», αρυβαλλοειδές  ερυθρόμορφο  ληκύθιο, κυάθιο, σκυφίδιο.
Από  τον  λακκοειδή  τάφο  2  διέφυγαν  της  σύλησης  τα  σιδερένια  όπλα  του  νεκρού. Μπορούν  να  αποδοθούν  σε  ιππέα  με  βάση  το  μεγάλο  σιδερένιο  ξίφος  με  μία  κόψη. Βρέθηκαν  ακόμη  δύο  σιδερένιες  λόγχες  και  δύο  σιδερένια  μαχαίρια. Τα  χάλκινα  αγγεία  ήταν  πολύ  οξειδωμένα  και  δεν  έγινε  δυνατή  η  συντήρηση  τους. Τέλος, είχαμε  και  μια  ερυθρόμορφη  πελίκη  με  δύο  Έρωτες  στην  κύρια  όψη, από  τους  οποίους  ο  ένας  είναι  πάνω  σε  δελφίνι.
Ο  τάφος  4  διέσωσε  επίσης  λίγα  σιδερένια  όπλα: μια  σιδερένια  λόγχη  και  ένα  σιδερένιο  μαχαίρι, μαζί  με  ένα  μεγάλο  ερυθρόμορφο  κρατήρα  που  στο  εσωτερικό  του  είχαν  τοποθετήσει  ένα  χάλκινο  κάνθαρο. Στην  κύρια  όψη  έχουμε  τον  Ηρακλή  καθισμένο  και  να  ακουμπάει  στον  ώμο  του  γυναικεία  μορφή. Μπροστά  του  μια  ακόμα  γυναικεία  μορφή  σε  μικρότερη  κλίμακα  και  Έρωτας  που  πετάει  προς  αυτόν. Η  παράσταση  ολοκληρώνεται  με  ένα  Σάτυρο  αριστερά  και  το  Διόνυσο  στα  δεξιά. Ανάλογη  παράσταση  με  Ηρακλή  και  Διόνυσο, σε  υπαίθριο  όμως  χώρο, βλέπουμε  σε  ένα  κρατήρα  του  5ου  αι  π. Χ.  από  το  βόρειο  νεκροταφείο  της  Πύδνας.
Μια  ακόμη  ανασκαφή  πραγματοποιήθηκε  το  2009  αμέσως  βορειοδυτικά  του  συνοικισμού  των  Αλυκών  Κίτρους  σε  αγροτεμάχιο  που  προορίζεται  να  κατασκευαστεί  ξενοδοχειακή  μονάδα.
Ερευνήθηκε  νεκροταφείο  ρωμαϊκής  εποχής  που  ήταν  ήδη  γνωστό  στην  Εφορεία  μας  από  το  1986, αφού  εδώ  βρέθηκε  εντοιχισμένο  το  ψήφισμα  του  Απόλλωνος  Δεκαδρύου  σε  τάφο  που  σύλησαν  οι  αρχαιοκάπηλοι. Η  διάταξη  των  τάφων  υποδεικνύει  ότι  βρίσκονται  σε  διασταύρωση  αρχαίων  δρόμων.
Ανατολικά  των  τάφων  εντοπίστηκε  αρχαίος  δρόμος  που  οδηγούσε  από  τον  οχυρωμένο  οικισμό  της  Πύδνας  σε  μια  κώμη  στην  παράλια  ζώνη  όπου  αναπτύσσεται  ο  σύγχρονος  οικισμός  των  Αλυκών  Κίτρους.
Έχουμε  συνολικά  27  τάφους  κιβωτιόσχημους, λακκοειδείς  και  κεραμοσκεπείς. Μπορούμε  να  δούμε  μερικά  αντιπροσωπευτικά  δείγματα.
Ο  κιβωτιόσχημος  τάφος  αριθμός  7  με  στρωτήρες  κεράμους  στο  δάπεδο  του  περιείχε  μια  ταφή  με  το  κρανίο  στα  δυτικά  και  μια  ανακομιδή  στη  ΒΑ  γωνία. Χάλκινα  νομίσματα  στο  κρανίο  και  ένα  χάλκινο  αγγείο  περιλαμβάνονται  στα  κτερίσματα  του.
Ο  κεραμοσκεπής  τάφος  αριθμός  8  ήταν  ο  πιο  πλούσιος  σε  κινητά  ευρήματα. Στο  χώρο  του  στήθους  βρέθηκαν  ένα  ασημένιο  νόμισμα  και  19  χάλκινα  νομίσματα. Είχαμε  ακόμη  ένα  λυχνάρι  και  δύο  αμφορείς, ο  ένας  με  ανάγλυφες  ερωτικές  σκηνές.
Από  τους  λακκοειδείς  μπορούμε  να  δούμε  τον  τάφο  αριθμός  15  με  χάλκινα  νομίσματα  δίπλα  στο  κρανίο, ένα  πήλινο  αμφορέα  και  ένα  πήλινο  λυχνάρι. Ο  λακκοειδής  παιδικός  τάφος  αριθμός  27  είχε  οστέινες  περόνες  στην  περιοχή  του  κρανίου  και  στο  δεξί  χέρι  ένα  χάλκινο  βραχιόλι  με  μικρό  κουδούνι, προφανώς  κουδουνίστρα. Από  τα  υποδήματα  διασώθηκαν  οι  σιδερένιες  πρόκες, ενώ  είχαμε  και  τέσσερα  χάλκινα  νομίσματα  στην  περιοχή  των  κάτω  άκρων.
Ανακεφαλαιώνοντας  τη  σύντομη  αυτή  παρουσίαση  έχουμε  να  τονίσουμε  ότι  αν  και  μικρής  έκτασης  οι  συγκεκριμένες  ανασκαφές  αποτελούν  μια  καλή  αφορμή  να  ερευνηθεί  η  διαχρονική  χρήση  του  οδικού  δικτύου  της  βόρειας  Πιερίας, η  κατανομή  των  κωμών  της  χώρας  της  καθώς  και  η  περιαστική  οικιστική  δραστηριότητα  στην  εκτός  των  τειχών  Πύδνα.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η  συγκεκριμένη  ανακοίνωση  αφορά  μικρής  έκτασης  ανασκαφές  που  διεξήχθησαν  κατά  τα  προηγούμενα  έτη  σε  διάφορες  θέσεις  στην  περιοχή  της  Πύδνας. Οι  ανασκαφές  αυτές, στις  οποίες  εντοπίζονται  ίχνη  κατοίκησης, τάφοι  και  τμήματα  αρχαίων  δρόμων  μαρτυρούν  ότι  η  εκτός  των  τειχών  κατοίκηση  της  Πύδνας  αναπτύσσεται  παράλληλα  με  τους  οδικούς  άξονες. Επίσης, είναι  πολύ  συνηθισμένη  η  πρακτική  να  αναπτύσσονται  συστάδες  τάφων  κατά  μήκος  των  αρχαίων  οδών. Οι  έρευνες  στην  περιοχή  της  βόρειας  Πιερίας  έχουν  δείξει  ότι  υπάρχει  μια  επιμονή  στη  διαχρονική  χρήση  των  αρχαίων  δρόμων, γεγονός  που  εξηγείται  και  από  το  ανάγλυφο  του  εδάφους. Συνήθως  οι  σύγχρονοι  δρόμοι  ταυτίζονται  με  τους  αρχαίους  ή  βρίσκονται  σε  πολύ  μικρή  απόσταση  από  αυτούς.
Ιδιαίτερα  σημαντική  είναι  η  συστάδα  τριών  κιβωτιόσχημων  τάφων  σε  μορφή  θήκης  που  βρέθηκε  στην  περιοχή  της  Σφενδάμης. Οι  θήκες  αυτές  είχαν  δεχθεί  τα  καμένα  οστά  των  νεκρών  ενώ  γύρω  τους  εντοπίστηκαν  τα  υπολείμματα  από  νεκρικές  πυρές, οι  οποίες  περιείχαν  όστρακα  αγγείων, τα  οποία  χρονολογούνται  στη  μετάβαση  από  το  πρώτο  στο  δεύτερο  τέταρτο  του  3ου  αι  π. Χ. Τα  ανασκαφικά  δεδομένα  μας  επιτρέπουν  να  αποδώσουμε  τις  ταφές  αυτές  σε  νεκρούς  που  σκοτώθηκαν  σε  μάχες  που  διεξήχθησαν  κατά  την  εισβολή  των  Γαλατών  στη  Μακεδονία.
Αξιοσημείωτη, επίσης  είναι  και  μια  συστάδα  τεσσάρων  λακκοειδών  τάφων  που  ερευνήθηκε  στον  οικισμό  των  Αλωνίων. Οι  τάφοι  αυτοί, αν  και  συλημένοι, έδωσαν  σημαντικά  ευρήματα  όπως  σιδερένια  όπλα, χάλκινα  αλλά  και  πήλινα  αγγεία, από  τα  οποία  ξεχωρίζουν  δύο  ερυθρόμορφοι  κρατήρες. Χρονολογούνται  από  τα  τέλη  του  5ου  ως  τις  αρχές  του  β΄ τέταρτου  του  4ου  αι  π. Χ.  και  αυτό  είναι  ιδιαίτερα  σημαντικό  καθώς  καλύπτουν  ένα  χρονολογικό  κενό  που  υπάρχει  στα  νεκροταφεία  της  Πύδνας  εξαιτίας  της  μετοίκησης  των  Πυδναίων  από  τον  Αρχέλαο  το  410π. Χ.
Πιο  εκτεταμένη  υπήρξε  η  έρευνα  στη  θέση  «Καρβουνόσκαλα»  του  συνοικισμού  των  Αλυκών  Κίτρους, όπου  ήδη  από  το  1986  είχε  εντοπιστεί  νεκροταφείο  των  ρωμαϊκών  χρόνων. Εδώ  η  διάταξη  των  τάφων  υποδεικνύει  ότι  βρίσκονται  στη  διασταύρωση  αρχαίων  δρόμων. Ερευνήθηκαν  συνολικά  27  τάφοι  κιβωτιόσχημοι, λακκοειδείς  και  κεραμοσκεπείς, οι  οποίοι  είχαν  αρκετά  κτερίσματα. 
Ανακεφαλαιώνοντας  θα  λέγαμε  ότι  αν  και  μικρής  έκτασης  οι  συγκεκριμένες  ανασκαφές  αποτελούν  μια  καλή  αφορμή  να  ερευνηθεί  η  διαχρονική  χρήση  του  οδικού  δικτύου  της  βόρειας  Πιερίας, η  κατανομή  των  κωμών  της  χώρας  της  καθώς  και  η  περιαστική  οικιστική  δραστηριότητα  στην  εκτός  των  τειχών  Πύδνα.
Πήλινα  αγγεία  από  τη  Σφενδάμη

  1. Σιδερένια  όπλα  από  τα  Αλώνια

Ερυθρόμορφος  κρατήρας  από  τα  Αλώνια

Κιβωτιόσχημος  τάφος  από  τις  Αλυκές  Κίτρους

  1. Ανάγλυφος  αμφορέας  με  παράσταση  ερωτικής  σκηνής  από  τις  Αλυκές  Κίτρους
Η  άλλη  όψη  του  αμφορέα
       




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου