Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

Μυθιστορήματα που πρέπει οπωσδήποτε να διαβάσετε

Δώδεκα μυθιστορήματα της ξένης λογοτεχνίας που ξεχωρίζουν. 

Σταντάλ, «Φεντέρ ή ο πλούσιος σύζυγος» (Πόλις)
Νεαρός εγκαταλείπει την πατρική εστία και έρχεται στο Παρίσι να γίνει ζωγράφος. Βαθμηδόν αστικοποιείται και γίνεται ένας σκληρός συμφεροντολόγος με καταλύτη το άρωμα γυναίκας. Ο Σταντάλ εντυπωσιάζει ακόμα και σε αυτήν την «ανολοκλήρωτη» νουβέλα του.
Στέφαν Τσβάιχ, « Επικίνδυνος Οίκτος» (Αγρα)
Ένας αξιωματικός αποκτά μια σχέση οίκτου με μια παράλυτη νέα κοπέλα, που οδηγεί και τους δύο στην καταστροφή. Υπό το φως του Φρόιντ μια ιστορία με φόντο την παρακμή και πτώση της Αυστροουγγαρίας.
Γιόζεφ Ροτ, «Χίλιες και μια νύχτες» (Ολκός)
Το τελευταίο μυθιστόρημά του συγγραφέα που ανακαλύψαμε καθυστερημένα. Διαδραματίζεται στη λαμπερή και μελαγχολική Βιέννη του 19ου αιώνα, σκηνικό για την ερωτική ιστορία της ασήμαντης Μίτσι Σίναγκλ με τον γοητευτικό και ανόητο ίλαρχο βαρόνο Τάιτινγκερ.
Ντον Ντελίλο, «Σημείο Ωμέγα» (Εστία)
Ωμέγα είναι το σημείο, το απώτατο επίπεδο πολυπλοκότητας και συνείδησης προς το οποίο τείνει το Σύμπαν. Έχουμε φτάσει στο σημείο Ω; Έχει τέλος η συνείδηση; Είναι ο πόλεμος ένας τέλος; Αφηγηματικές ώρες που μπαίνουν και χάνονται γεμάτες ερωτηματικά σε μια έρημο όπου χώρος και χρόνος ταυτίζονται, χωρίς τεχνολογικά εργαλεία που να τους ορίζουν (κινητά κ.λπ.).
Κάρλος Ρουίθ Θαφόν, «Ο Αιχμάλωτος του Ουρανού» (Ψυχογιός)
Βιβλιοφιλικό μυθιστόρημα με ήρωες βιβλία και βιβλιοπώλες στη Βαρκελώνη του ΄50. Βγαλμένο κατευθείαν από το ύφος του «Κόμη Μοντεχρήστου» του Αλέξανδρου Δουμά και του κόσμου του Ντίκενς. Το τρίτο μέρος της τριλογίας του συγγραφέα.

Wilkie Collins, «Αρμαντέιλ» (Gutenberg)
Ένα μυθιστόρημα που δεν άντεχε ο βικτωριανός καθωσπρεπισμός. Ηρωες με σκοτεινές πλευρές, γυναίκες που αρνιούνται τη θέση τους ως μαριονέτες, άνδρες που τους καθοδηγούν τα συναισθήματά τους. Μια εικονογραφία του ανθρώπινου ασυνείδητου.
Ζαν Μισέλ Γκενασιά, «Η λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων» (Πόλις)
Μυθιστόρημα που έγινε μπεστ σέλερ στη χώρα μας με τη φήμη του να κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα. Η δεκαετία του ΄60 μέσα από τα μάτια ενός νεαρού και τις ιστορίες φυγάδων από τις χώρες του «υπαρκτού». Μια τοιχογραφία αντάξια των κλασικών μυθιστορημάτων.
Ντοστογιέφσκι, «Εγκλημα και Τιμωρία» (Ινδικτος)
Σε νέα μετάφραση και καταπληκτική έκδοση σε χαρτί Βίβλου το μυθιστόρημα του μεγάλου ρώσου συγγραφέα. Ο ανεξήγητος φαινομενικά φόνος μιας γριάς τοκογλύφου από έναν νεαρό φοιτητή ξεδιπλώνει τα βαθύτερα σκότη της ανθρώπινης ψυχής.

Γκίντερ Γκρας, Η γάτα και το ποντίκι (Καστανιώτης)
Ένα μοναχοπαίδι με ένα σωματικό κουσούρι κάνει ό,τι μπορεί για να γίνει ήρωας και να τον θαυμάζουν. Οι προσπάθειές του αποτυχαίνουν κι αυτός οδηγείται σε μια αυτοκαταστροφική συμπεριφορά.
Robert Walzer, «Γιάκομπ φον Γκούντεν» (Ροές)
Ο συγγραφέας που θαύμαζε ο Κάφκα εξιστορεί τις περιπέτειες ενός γόνου αριστοκρατικής οικογένειας που εγκαταλείπει τις καθωσπρέπει φιλοδοξίες και εγγράφεται σε μια σχολή για υπηρέτες. Έχει χαρακτηριστεί ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα.

Τζ. Ρ.Ρ.Τόλκιν, «Χόμπιτ» (Κέδρος)
Εμβληματικό και προλογικό μυθιστόρημα του συγγραφέα, της μνημειώδους τριλογίας «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών». Ανεπανάληπτη περιπέτεια φαντασίας και συνάμα ένα αξέχαστο ηρωικό παραμύθι που εδώ και πολλές δεκαετίες καθηλώνει και γοητεύει μικρούς και μεγάλους.
Χαρούκι Μουρακάμι, «1Q84» (Ψυχογιός)
Για τους φίλους του γιαπωνέζου και παρολίγον νομπελίστα συγγραφέα, το μυθιστόρημα αυτό είναι η επιτομή του σύγχρονου κόσμου. Δύο ιδανικοί εραστές ψάχνουν ο ένας τον άλλο χωρίς ούτε οι ίδιοι να το συνειδητοποιούν, σε έναν κόσμο που αλλάζει, σε έναν χρόνο ρευστό, απροσδιόριστο.

Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

Μετά το terabyte, έρχεται το hellabyte;


 Με περισσότερους από 950 εκατομμύρια χρήστες, ο όγκος των δεδομένων που συλλέγει καθημερινά το Facebook είναι υπερβολικά μεγάλος. Απλά φανταστείτε το, κάθε φορά που κάνετε like, ανοίγετε μια ειδοποίηση, ανεβάζετε μια φωτογραφία ή επισκέπτεστε ένα group, δημιουργείτε δεδομένα τα οποία πηγαίνουν κατευθείαν στην εταιρεία.
Αν το πολλαπλασιάσετε… αυτό επί 950 εκατομμύρια χρήστες, οι οποίοι περνούν κατά μέσο όρο 6.5 ώρες κάθε μήνα στο Facebook, καταλαβαίνετε για τι όγκο δεδομένων μιλάμε.
Τα στατιστικά χρήσης μάλιστα που έδωσε στη δημοσιότητα το κοινωνικό δίκτυο την Τετάρτη μιλούν από μόνα τους. Σύμφωνα με αυτά, κάθε μέρα οι χρήστες του κάνουν 2.7 δισεκατομμύρια likes, μοιράζονται 2.5 δισεκατομμύρια status, posts, φωτογραφίες, video και σχόλια ενώ κάθε μέρα ανεβάζουν στο Facebook 300 εκατομμύρια φωτογραφίες.
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα την δημιουργία περισσότερων από 500 terrabyte δεδομένων κάθε ημέρα και την πραγματοποίηση 70.000 queries. Όλα αυτά αναλύονται μέσω του Hive, της ψηφιακής γλώσσας εξέτασης του Facebook σε ρυθμό 105 terrabyte κάθε μισή ώρα.
«Αν δεν εκμεταλλεύεσαι τα πολλά δεδομένα» είπε ο Jay Parikh, Αντιπρόεδρος υποδομών του Facebook, «τότε δεν έχεις πολλά δεδομένα, έχεις απλά ένα σωρό δεδομένων. Είπε ακόμα πως η εταιρεία μονίμως ψάχνει τρόπους για το πώς μπορεί να αναλύσει και να ερμηνεύσει τα δεδομένα αυτά για να συμπληρώσει πως το Facebook μπορεί να μεγαλώνει γρήγορα, αλλά όλοι οι υπόλοιποι μεγαλώνουν γρηγορότερα.
Ουάσινγκτον 


Για ορισμένους ο χώρος για αποθήκευση δεδομένων είναι το Ελ Ντοράντο του μέλλοντος και κάποιοι, όπως η Google, επενδύουν ήδη σε αυτόν. Πέρα όμως από την υλική, το πρόβλημα έχει και μια… γραφειοκρατική πλευρά καθώς ακόμη και αν εξασφαλίσουμε τον χώρο για να «στριμώξουμε» τις ιλιγγιωδώς αυξανόμενες πληροφορίες του online σύμπαντός μας, αυτός θα είναι ενδεχομένως άχρηστος χωρίς την εισαγωγή μιας μεγαλύτερης μονάδας που να τις… χωράει.
Tera, petta, yotta… και μετά τι;
Πριν από κάποια χρόνια ένα gigabyte ήταν για μας κάτι πολύ μεγάλο ενώ τα… τερατώδη τότε στα μάτια μας terabytes αφορούσαν αποκλειστικά τους κολοσσούς της τεχνολογίας και τις τράπεζες επιστημονικών δεδομένων. Σήμερα γεμίζουμε τα gigabytes σε χρόνο dt, τα terabytes έχουν μπει για τα καλά στα σπίτια μας, οι κολοσσοί «τρέχουν» σε petabytes ενώ τρεις επιπλέον τάξεις μονάδων έχουν προστεθεί για να χωρέσουν τον αυξανόμενο όγκο των πληροφοριών που μας κατακλύζουν: τα exabytes, τα zettabytes και τα yottabytes.
Το πρόθεμα yotta αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη επίσημη μονάδα σήμερα: ακολουθείται από 24 μηδενικά και αναγνωρίστηκε (μαζί με το zetta, με 21 μηδενικά) στη 19η συνεδρίαση της Διεθνούς Επιτροπής Μέτρων και Σταθμών το 1991. Μετά από αυτό όμως τίποτε «επίσημο» δεν υπάρχει για να περιγράψει μεγαλύτερους όγκους δεδομένων. Πολλοί θεωρούν ότι, αν θέλουμε να προλάβουμε δυσάρεστες εξελίξεις, θα πρέπει από τώρα να θεσπίσουμε νέους όρους, μεγαλύτερης «χωρητικότητας» από το yotta,
Hella ή xenna;
Τον Μάρτιο του 2010 μια εκστρατεία ξεκίνησε από την Καλιφόρνια προωθώντας την υιοθέτηση του όρου «hella» για τον ορισμό του ψηφίου 1.000.000.000.000.000.000.000.000.000 – της μονάδας δηλαδή που ακολουθείται από 27 μηδενικά. Στην καλιφορνέζικη σλανγκ «hella» (από το «hell of a lot of») σημαίνει «πολλά» και η πρόταση βρήκε … hella υποστηρικτές. Η εκστρατεία, η οποία οργανώθηκε από τον Οστιν Σέντεκ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, έχει βρει ισχυρή στήριξη στην επιστημονική κοινότητα η οποία πιέζει για την εισαγωγή του όρου στο Διεθνές Σύστημα Μονάδων (SI).
Αν το «hella» οπτικά θυμίζει κάτι από… Ελλάδα, η αντίπαλη πρόταση έχει βάση καθαρά ελληνική: μια μερίδα επιστημόνων προωθεί ως όρο για το επόμενο «σούπερ» ψηφίο το «xenna», από το «x» (που ακολουθεί το yotta στο «αλφάβητο» προθεμάτων του SI) και το ελληνικό «εννέα» ως έκφραση της ένατης τάξης του 103. Ως εναλλακτικές προτείνονται επίσης οι «nonna» και «enna» ή οποιαδήποτε παραλλαγή της ελληνικής ή της λατινικής λέξης για τον αριθμό εννέα.
Όλα ωστόσο είναι προς το παρόν απλές προτάσεις. Η Διεθνής Επιτροπή Μέτρων και Σταθμών κινείται σχετικά αργά και κατόπιν πολλής σκέψεως ενώ ήδη έχει να ασχοληθεί με πολύ πιο επείγοντα ζητήματα, όπως ο επαναπροσδιορισμός του κιλού. Οι διαθέσεις και οι τάσεις ίσως φανούν στην επόμενη συνεδρία της, το 2013.

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Σαράντης Καργάκος: «Κηφηνείον “Η Ωραία Ελλάς”»

Σαράντης Καργάκος: «Κηφηνείον “Η Ωραία Ελλάς”» αναδημοσιεύουμε  το άρθρο του κ. Σαράντου Καργάκου, συγγραφέα, φιλόλογου και ιστορικού, το οποίο είδε προ ετών το φως της δημοσιότητος στο περιοδικό «Ευθύνη» τεύχος 395 - Νοέμβριος 2004, καθώς και στη διεύθυνση “city-press-gr.blogspot.com”.


...Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία. Διαφωνώ. Εδώ καί τριάντα χρόνια είναι η …εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλειά, φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώνει, επεκτάθηκε και στο νεοσουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδόθησαν σε μία χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία, εξέθρεψε καί διαμόρφωσε δύο γενιές «κουλοχέρηδων», παιδιών δηλαδή πού δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμμιά εργασία από αυτές πού ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές…
Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη «χειρώναξ», σαν δεύτερο συνθετικό το «άναξ» πού κάνει τον δουλευτή, τον άνακτα χειρών, βασιλιά στο χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή πού ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυναρτησία μιας πολιτικής πού έδειχνε αριστερά καί πήγαινε δεξιά καί τούμπαλιν. Γι’ αυτό τουμπάραμε… Κάποτε, ακόμη κι από τις στήλες του περιοδικού αυτού, πού δεν είναι πολιτικό με την ευτελισμένη έννοια του όρου, έγραφα πώς η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν.
Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετανάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ’ όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «White color workers». Έτσι σήμερα το πιο φτηνό εργατικό καί υπαλληλικό δυναμικό είναι οι πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακόμη καί στον ΟΤΕ ως έκτακτοι τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσόντων ακόμη καί διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονικούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις καί ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής καί χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπίδες των γονιών, πού πιστεύουν ότι τα παιδιά καί μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες πού είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνον για το δημόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.
Παρ’ όλο πού γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!) οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής καί δεν έχουν πιάσει κατσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά από «μηνύματα» του αφόρητου «κινητού» τους.
Τούτη η παιδεία, πού όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ’ ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμμιά δεξιότητα, εκτός από την ραθυμία, την αναβλητικότητα καί το φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας καί η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσουμε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία καί την πρωτοτυπία. 

Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πώς να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά. Δεν τα μαθαίνει πώς να σκέπτονται αλλά με τί να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης καί των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό καί πιο μεγάλο. Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαύξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλάξ πού καταπίνει σελίδες σαν χάπια καί πού θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό. Καί το λεγόμενο «σχολικό» είναι συνήθως αισχρό καί ως λόγος καί ως περιεχόμενο.
Καί τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το «Αναγνωστικό» πού πρέπει να είναι ευαγγέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλλιεργεί την απέχθεια. Που πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική καί τη θαλασσινή ζωή; Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο «χαρτογιακάς». Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά «Αναγνωστικά», καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πώς δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πως να πάει, όταν με τη ναυτιλία πού προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα πού προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχολείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τί είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε την θάλασσα καί στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί καί μελαψοί κάθε αποχρώσεως; Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια καί οι ποικιλώνυμες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγματα πού μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -καί μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές καί δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα «προσόντα» τους, αλλά τέτοιες εργασίες πού ζητούν τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτικές θεατρικές σχολές- πού προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Που θα βρουν δουλειά τα παιδιά αυτά;
Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βράβευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά ακόμη καί του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς καί Ουκρανούς. Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέρια των Αλβανών πού την δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων πού την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δουλειά στην Αλβανία πού ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής. Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτήρια γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών. 

Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική καί την αγροτική τάξη. Στήν πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» καί υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν αλλού. Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις καί τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με «Κέντρα Πολιτισμού», οπού «μπαγιαντέρες» κάθε λογής καί φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου! Το μπουκάλι με το ουίσκι βαπτίστηκε … αγροτικό! Τώρα, όμως, πού έρχονται τα «εξ εσπερίας νέφη» χτυπάμε το κεφάλι μας. Καί που να φθάσουν τα «εξ Ανατολής» σαν εισέλθει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flen-tium (-κοιλάς κλαυθμώνων) καί θα κινείται quasi osculaturium inter flen-tium (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως καί οδύνης).
Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας πού θα υποτάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κριτήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως καί την παιδεία πού εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, πού τα κουράζει με την παπαγαλία καί το βάρος άχρηστων μαθημάτων. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της. Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη καί η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη πού τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομίσουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά! Είναι θλιβερή η εικόνα πού παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες καί θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, πού, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά πού λιώνουν τα νιάτα τους στα «κηφηνεία», πού πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα πού οι Αλβανοί πάνε για δουλειά, θα μου πείτε, τι δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια. Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απ’ έξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;) δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολεμοχαρείς αλλά για να νοιώθουμε ντροπή, όταν στην μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι «γεραιοί» καί οι νέοι κρύβονται πίσω από τη σκιά τους. «Αισχρόν γαρ δη τούτο… κείσθαι πρόσθε νέων άνδρα παλαιότερον». 

Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από ξένους. Στίς οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σέ λίγο οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων πού κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών ειδών πού θυμίζουν… Ελλάδα. Ακόμη καί τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν! Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. «Φτιάχνουμε» τη ζωή μας στην τηλοψία, πού δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν πού προσφέρει το «γυαλί», αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με «διακοποδάνεια», εορτάζουμε με «εορτοδάνεια» καί πεθαίνουμε με «πεθανοδάνεια». Έλεγε ο Φωκίων, πού πλήρωσε τέσσερις δραχμές τη δεύτερη δόση του κώνειου πού χρειαζόταν για να «απέλθει», πως στην Αθήνα δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς. Έπρεπε να ζούσε τώρα…
Λυπάμαι πού θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές καί τα ΜΜΕ σακάτεψαν καί σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματα της -δικαιώματα στην τεμπελιά- καί ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε άγνωστη λέξη.

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2012

40 ΧΡΟΝΙΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΟΛΥΜΠΟΥ

ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΛΕΥΚΩΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΔΗΠΕΘΕ ΛΑΡΙΣΑΣ ΚΩΣΤΑ ΤΣΙΑΝΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ ΚΑΙ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟ ΚΡΙΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΩΡΓΟ ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΗ
 

Του Αντώνη Κάλφα
Ένα σπάνιο λεύκωμα 216 σελίδων μεγάλου σχήματος (η Πιερία και δη η Κατερίνη δεν έχει και πολλά ανάλογα για να περηφανεύεται) εξέδωσε και πρόκειται να παρουσιάσει την Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου ο ΟΡΦΕΟ. Εκδότης του είναι ο Οργανισμός Φεστιβάλ Ολύμπου, την γραφιστική επιμέλεια και τον σχεδιασμό έκανε ο Σπύρος Τσιλιγκιρίδης με βάση τις φωτογραφίες του αρχείου ΟΡΦΕΟ ενώ την επιμέλεια των κειμένων είχε ο υπογραφόμενος.
Το ωραιότερο ίσως κομμάτι των κειμένων είναι αυτό που έγραψε ο Κλέαρχος Γώττας: έντιμο, απολαυστικό, σε πρώτο πρόσωπο, ο Γώττας αφηγείται την ιστορία των πρώτων χρόνων του θεσμού με μεγάλη αγάπη για το αρχαίο θέατρο και την παιδαγωγική του αξία αλλά ταυτόχρονα και με μεγάλη δόση απλόχερης καλοσύνης απέναντι σε όσους και όσες συνέβαλαν στην ενδυνάμωση του θεσμού (τα ονόματα όσων ανθρώπων βοήθησαν με κάθε τρόπο υπερβαίνουν τα εκατό).
Το βιβλίο περιλαμβάνει εκτενή εισαγωγή για τη συμβολή του Φεστιβάλ Ολύμπου στην καλλιτεχνική και πνευματική ανάπτυξη της Πιερίας (προσωπικότητες της τοπικής κοινωνίας, το Δίον ως θεατρικός πόλος έλξης, η αποδοχή του Φεστιβάλ και η συμπαράσταση των εφημερίδων, το Φεστιβάλ ως ευκαιρία ανάδειξης ντόπιων δημιουργών, η δημιουργία του ΟΡΦΕΟ, δράση και διοικητικά συμβούλια, τομείς δράσης) καθώς επίσης και αναφορές στον σπουδαίο ρόλο της Εστίας Πιερίδων.
Στο βιβλίο επίσης περιλαμβάνονται προλογικά κείμενα (Γρηγόρης Παπαχρήστου, Ιάκωβος Τασχουνίδης), συνεντεύξεις και μαρτυρίες των συντελεστών του (Σάκης Τσιαμπέρας, Θανάσης Μπίντας, Γιώργος Μπούρος, Γιώργος Τάκας, Νίκος Πασχαλούδης). To φωτογραφικό υλικό αποτελείται από τέσσερις ενότητες με την παρουσίαση ενδεικτικών φωτογραφιών από την πλούσια διαδρομή των σαράντα χρόνων του Φεστιβάλ Ολύμπου: προγράμματα και φυλλάδια, θεατρικά, μουσικά και εικαστικά γεγονότα, αρχαιολογικές ομιλίες κλπ. μέσα από τα οποία καταδεικνύεται το υψηλό ποιοτικό επίπεδο των εκδηλώσεων τις οποίες είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν οι Πιεριείς αλλά και οι επισκέπτες του Φεστιβάλ.
Ορισμένα από τα ονόματα όσων σχημάτων αλλά και καλλιτεχνών παρουσίασαν τη δουλειά τους (σε επόμενο κείμενο θα αναφερθώ και στους ντόπιους δημιουργούς) στη σαραντάχρονη διαδρομή του Φεστιβάλ Ολύμπου: Εθνικό Θέατρο, ΚΘΒΕ, Θέατρο Άττις/Θεόδωρος Τερζόπουλος, Θέατρο Τέχνης, ΘΟΚ, ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας, Μάνος Κατράκης, Μίνως Βολανάκης, Άννα Συνοδινού, Θανάσης Βέγγος, Κώστας Τσιάνος, Γιάννης Κακλέας, Μίκης Θεοδωράκης, Διονύσης Σαββόπουλος, Μάνος Χατζιδάκις, Γιάννης Μαρκόπουλος, Θάνος Μικρούτσικος, Δημήτρης Σγούρος, Σεζάρια Εβόρα, Λουθ Καζάλ, Γιαν Γκαρμπάρεκ, Γκόραν Μπρέγκοβιτς κ.ά.
Για εκείνους που ενδιαφέρονται να αποκτήσουν αυτό το αισθαντικό μνημείο της τοπικής ιστορίας ας απευθυνθούν στα γραφεία του Φεστιβάλ Ολύμπου και στον καλλιτεχνικό διευθυντή τους Κώστα Μυστακίδη.
Δύο καταξιωμένοι άνθρωποι του θεάτρου θα βρίσκονται την Τετάρτη στο Λιτόχωρο (Cavo Olympo και ώρα 19.00) για την παρουσίαση του τιμητικού λευκώματος για τα σαράντα χρόνια του Φεστιβάλ Ολύμπου. Ο πολύς Κώστας Τσιάνος και ο δημοσιογράφος, επαγγελματίας κριτικός θεάτρου, Γιώργος Σαρηγιάννης. Προκαταβολικά αξίζει να πούμε πως και οι δύο γνώστες του θεάτρου βρήκαν εξαιρετικό το λεύκωμα (ως σύλληψη, ως περιεχόμενο αλλά και ως τυπογραφική αποτύπωση της θεατρικής διαδρομής του θεσμού στην Πιερία).